Τα ηλεκτρικά ρεύματα που ορίζουν τον καρδιακό ρυθμό, δηλαδή τη συστολή και διαστολή της καρδιάς παράγονται σε εξειδικευμένα κύτταρα του καρδιακού μυός και ταξιδεύουν μέσα στην καρδιά μέσω ενός δικτύου εξειδικευμένων ινών. Το ηλεκτρικό ερέθισμα παράγεται σε ένα μέρος του δεξιού κόλπου της καρδιάς που ονομάζεται φλεβόκομβος. Το ερέθισμα μετά διαχέεται στους κόλπους και τους διεγείρει (κολπική συστολή). Μετά μέσω του κολποκοιλιακού κόμβου διαχέεται στις κοιλιές που τις διεγείρει και αυτές (κοιλιακή συστολή) μέσω ειδικών ινών όπως το δεμάτιο του His και οι ίνες του Purkinjie. Ο ρυθμός που γεννιέται από τη λειτουργία του φλεβόκομβου είναι ο φυσιολογικός ρυθμός της καρδιάς και ονομάζεται φλεβοκομβικός ρυθμός. Εάν για κάποια αιτία αυτή η ρυθμική διέγερση της καρδιάς διακοπεί λέμε ότι εμφανίζεται αρρυθμία.
Η καρδιακή συχνότητα ρυθμίζεται από το αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο χωρίζεται σε δύο μέρη: το συμπαθητικό, το οποίο αυξάνει την καρδιακή συχνότητα και το παρασυμπαθητικό το οποίο δρα επιβραδυντικά. Φυσιολογικά ο φλεβόκομβος βηματοδοτεί την καρδιά με συχνότητα από 50-100 παλμούς ανά λεπτό. Εάν η συχνότητα υπερβεί τους 100 παλμούς ανά λεπτό τότε μιλάμε για φλεβοκομβική ταχυκαρδία. Καταστάσεις που προκαλούν διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, και γι αυτό το λόγο φλεβοκομβική ταχυκαρδία μπορεί να είναι φυσιολογικές, όπως π.χ. η σωματική κόπωση, η συγκίνηση, η αγωνία, ο πόνος, η εγκυμοσύνη ή παθολογικές όπως π.χ. ο πυρετός, η αναιμία, ο υπερθυρεοειδισμός και πολλές άλλες. Αντίθετα η μείωση του αριθμού των παλμών κάτω από 50 ανά λεπτό χαρακτηρίζεται ως βραδυκαρδία. Φυσιολογικές καταστάσεις που προκαλούν φλεβοκομβική βραδυκαρδία είναι ο ύπνος, η συστηματική και μακροχρόνια άθληση και η γεροντική ηλικία ενώ συχνές παθολογικές αιτίες είναι ο υποθυρεοειδισμός, βλάβη του φλεβοκόμβου ( νόσος φλεβοκόμβου) καθώς και ορισμένα φάρμακα.
Η φλεβοκομβική ταχυκαρδία είναι αθώα, και συνοδεύει άλλες καταστάσεις όπως π.χ. τρέξιμο, υψηλό πυρετό, κ.τ.λ. Η συχνότητα της ταχυκαρδίας δεν ξεπερνά τους 150 σφυγμούς ανά λεπτό, ιδιαίτερα αν μετρηθούν με το άτομο ακίνητο και σε ηρεμία, και ο αριθμός των σφίξεων αυξάνεται προοδευτικά μέχρι να φτάσει στη μέγιστη συχνότητα.
Γενικά είναι καλύτερα να έχουμε χαμηλότερους παρά υψηλότερους παλμούς. Όμως αυτό έχει όφελος όταν η μείωση των παλμών μας επιτυγχα΄νεται μέσω απώλειας βάρους, τακτικής σωματικής άσκησης κ αποφυγής στρες. Η μείωση των παλμών μέσω φαρμακευτικής αγωγής δεν έχει αποδειχθεί ότι προσδίδει οποιοδήποτε κλινικό όφελος